Saturday, June 30, 2007

Μαμάδες: Πολυσυζητημένες και πολυπαιγμένες απο την παρέα του ελληνικού βιβλίου!

Το πιο πολυσυζητημένο βιβλίο του περσινού καλοκαιριού ήταν αναμφισβήτητα Οι «μαμάδες Βορείων Προαστείων» (εκδόσεις Μελάνι), που έγιναν ευπώλητες μέσα απο ένα δίκτυο αρνητικής προβολής, το οποίο οργανώθηκε εξαιρετικά απο τη συγγραφέα Παυλίνα Νάσιουτζικ και όλους του περιοικούντες του λογοτεχνικού χώρου.

Το βιβλίο πήρε τις πιό επώνυμες αρνητικές κριτικές στα μεγαλύτερα μαγαζιά της λογοτεχνικής παρέας και έτσι διέγραψε την ανοδική πορεία του. Πριν κωπάσει ο θόρυβος για το μπεστ σέλερ της απόλυτη ευτέλειας και χάρη στην μαρκετίστικη αντίληψη της συγγραφέα του Παυλίνας Νάσιουτζικ «Οι Μαμάδες» είδαν τη συνέχειά τους με το «Μύκονος Μπλούζ», που επίσης χιλιοδιαδημίστηκε αρνητικά.

Βεβαίως, και στη δική μας ψηφοφορία ήρθε τέταρτο σε δημοφιλία, γεγονός που επισημοποιεί τη σχέση του συγκεκριμένου βιβλίου με τον κόσμο.

Δεν θα κρίνω το μυθιστόρημα , το οποίο δεν μπόρεσα να ολοκληρώσω ως ανάγνωσμα –παρότι είχα αποδεχθεί την ελαφρότητά του. Θα σταθώ στο γεγονός, ότι η συγγραφέας Παυλίνα Νάσιουτζικ αποδεικνύει με το παράδειγμά της πως η παρέα του ελληνικού βιβλίου μπορεί να μπουκώσει την αγορά με ευτελή αναγνώσματα, αρκεί να το θέλει.

Βεβαίως, ακολουθώντας τη μέθοδο της συγκριτικής του κ. Ζήρα, θα πρέπει να ομολογήσω πως την ίδια περίοδο είδε το φώς της έκδοσης το ρομαντσοειδές μυθιστόρημα της Λένας Διβάνη «Νάντια», επίσης απευθυνόμενο σε αναγνώστριες των Αρλεκιν.

Με εντυπωσίασε το γεγονός πως η Παυλίνα Νάσιουτζικ έχει δεχθεί έστω και προσχηματικά τα πυρά της επώνυμης κριτικής, ενώ η Λένα Διβάνη κοντεύει να τοποθετηθεί στη χορεία των σοβαρών συγγραφέων με τα εφήμερα και φτηνά αναγνώσματα που γράφει με τη συχνότητα και τη φτηνή προσέγγιση της Μπάρμπαρα Κάρτλαντ, η οποία καθιέρωσε τη ΡΟΖ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ! (The Pink Collection)

Το Κατοικίδιο


Παυλίνα Νάσιουτζικ: Μαμάδες Βορείων Προαστείων

Προς τιμήν του Reader’s Diggest

Τι κάνει ένας λογοτέχνης όταν βλέπει τις δύο πρώτες δουλειές να αποσπούν καλά σχόλια αλλά να μην πουλάνε; Διαλέξτε και πάρτε: α. Αλλάζει εκδοτικό οίκο, β. αν έχει γράψει μυθιστορήματα το ’’γυρίζει’’ σε συλλογές διηγημάτων, δοκίμιο, αστυνομικό ή ιστορικό και τα…αντίστροφα, γ. σταματάει να γράφει για μερικά χρόνια αφού κανείς δεν τον αναζητά!

Η Παυλίνα Νάσιουτζικ διάλεξε ένα εντελώς διαφορετικό δρόμο ύστερα από δύο εξαιρετικά βιβλία ιστορικής έρευνας. Και έτσι μας προέκυψαν οι πολυσυζητημένες και ευπώλητες ’’Μαμάδες Βορείων προαστίων’’ (εκδόσεις Μελάνι). Υπό άλλες συνθήκες δεν θα σχολίαζα το βιβλίο, ίσως να μη με απασχολούσε κιόλας αλλά αισθανόμουν άθλια όλο το καλοκαίρι μέσα σε βιβλιοπωλεία να βλέπω κυρίες με ελάχιστη ή μικρή σχέση με τη λογοτεχνία να ζητάνε από τους πωλητές τις….’’μαμάδες’’ (άνευ συνέχειας συνήθης και ολοκληρωμένου τίτλου) με σχεδόν συνθηματικό τρόπο, όπως οι έφηβοι της γενιάς μου στο συντηρητικό ξεκίνημα της δεκαετίας του ’80 ζητούσαν ένα κουτί προφυλακτικά από τον υπάλληλο του φαρμακείου ή τον περιπτερά. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχω μέσα στους έξι πρώτους μήνες κυκλοφορίας το βιβλίο είχε ξεπεράσει τις 26.000 αντίτυπα και στα τέλη του προηγούμενου μήνα είχε σπάσει και το φράγμα των 30.000 αντιτύπων, συνεχίζοντας να πουλάει.

Η κυρία Νάσιουτζικ, γόνος λογοτέχνη που απασχόλησε το πανελλήνιο με τη γνωστή υπόθεση φόνου πριν από αρκετά χρόνια βρήκε τον τρόπο να γράψει το μπεστ σέλερ του 2006. Υπό αυτή την έννοια της βγάζω το καπέλο και φαντάζομαι ότι η πλειοψηφία των λογοτεχνών θα ήθελε να είναι στη θέση της. Όπως θα ήθελε να είναι στη θέση της Μειμαρίδη ή παλαιότερα της Παπαθανασοπούλου. Με μια ουσιαστικά διαφορά…Η Παπαθανασοπούλου είναι εξαιρετικά χαμηλών τόνων άνθρωπος, δε νομίζω ότι αισθάνθηκε πως έγραψε (με τον Ιούδα) ένα βιβλίο ύψιστης λογοτεχνικής αξίας και την ’’κυνήγησαν’’ επικριτικά και υποκριτικά κυρίως εκείνοι που είχαν απορρίψει το βιβλίο της όταν το περιέφερε από εκδοτικό οίκο σε εκδοτικό οίκο.

Στη συνέχεια, απέδειξε ότι έχει το χάρισμα της γραφής. Η Μειμαρίδη ’’τρυγάει’’ την εμπορική ιδέα που είχε σε κάθε άλλο πιθανό και απίθανο επίπεδο και τελικά ιδρύει σχολή μαγισσών. Η κυρία Νάσιουτζικ και με τις Μαμάδες αλλά και σε ουκ ολίγες συνεντεύξεις της που διάβασα στον ημερήσιο τύπο προσπαθεί να μας πείσει ότι προσφέρει λογοτεχνικό έργο. Η συνέντευξη της στην Ελευθεροτυπία ξεκίνησε με αναφορά στον Χένρι Τζέιμς. Μέσα στο βιβλίο της, προσπαθώντας να ξορκίσει λογοτεχνικές ερινύες και της προσωπικής παιδείας της αναμειγνύει τον Σαίξπηρ με τα φαστ φουντ, τα τζακούζι και το Εκάλη Τένις Κλαμπ. Στην πραγματικότητα, το βιβλίο είναι αποψιλωμένο από κάθε πιθανή λογοτεχνική αξία με γλώσσα και γραφή που θα αρίστευε ως σενάριο σε τηλεοπτική καθημερινή σειρά (υπάρχει διάδοχος της ’’Λάμψης’’;).

Η Νάσιουτζικ αποτυγχάνει σε όλα πλην του δεδομένου και αυτονόητου: Να προσελκύσει ένα τεράστιο κοινό γυναικών που διαβάζει βιβλία με θεματολογία που αντιπροσωπεύει περίπου το 2-5% της σημερινής Αθήνας. Αλλά η επιτυχία της είναι ότι μαγνητίζει γυναίκες που θα ήθελαν να φοράνε original Gucci και Prada, να ζουν με ένα φανταχτερό περιτύλιγμα το απόλυτο τίποτα. Τυπικά, η Νάσιουτζικ μοιάζει να κριτικάρει αυτό τον κόσμο. Αλλά στο τέλος όχι μόνο τον αποθεώνει αλλά διαλέγει για την ηρωϊδα της μια ακόμη καλύτερη τύχη! Στο ενδιάμεσο ’’κοπιάρει’’ ατάκες και τσιτάτα από τον Σαίξπηρ, τον Σοπενάουερ, τον Ντοστογιέφσκι, τον Σπινόζα προσπαθώντας να γεμίσει το απόλυτο κενό μιας ματαιόδοξης αφήγησης για ματαιόδοξες γυναίκες και wanna be ματαιόδοξες αναγνώστριες. Και επειδή, όπως και να το κάνουμε άντρας είμαι, συνηθισμένος ενδεχομένως σε εντελώς άλλα αναγνώσματα τυχόν αντιρρησίες τους παραπέμπω στην πολύ εύστοχη ’’Προσωπική ματιά’’ της Ελευθεροτυπίας όταν προ μηνών η κυρία Βάνα Γεωργακοποπούλου εξηγούσε στη συγγραφέα ότι και η ίδια είναι μαμά και η ίδια μένει στα βόρεια προάστια αλλά η συμπεριφορά και η λογική της είναι πολύ διαφορετική απ΄ αυτή των χαρακτήρων του βιβλίου.

Η κ.Νάσιουτζικ εκτός όλων των άλλων (και αυτό πολύ εύστοχα το έγραψε η δημοσιογράφος της Ελευθεροτυπίας) κατάφερε να μετατρέψει μια ολόκληρη κατηγορία γυναικών σε ’’τέρατα’’ που δεν αγαπάνε τα παιδιά τους και προσπαθούν να τα ξεφορτωθούν. Να συμπληρώσω ότι πέραν των υπολοίπων καταντάει αστείο στη σημερινή Αθήνα να μιλάμε για ελίτ των βορείων προαστίων αφού ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού της πόλης έχει μετακινηθεί προς αυτές τις περιοχές και τα όποια στερεότυπα υπήρχαν για την Κηφισιά ή την Εκάλη πριν από 15-20-30 χρόνια έχουν διαλυθεί.

Η Νάσιουτζικ είχε μια εξαιρετική ιδέα και ένα υλικό από το οποίο θα μπορούσε να προκύψει (ενδεχομένως) ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο. Αντ’ αυτού προέκυψε ένα μυθιστόρημα αποθέωση της κοινωνικής ανωτερότητας και μια αναμφίβολη εμπορική δουλειά. Αν η κριτική-σαρκαστική της διάθεση εξαντλείται με ατάκες γυναικείας αθυροστομίας, δείγμα μιας όψιμης σεξουαλικής απελευθέρωσης τότε είναι φανερό ότι πολλοί άντρες έχουμε εδώ και χρόνια το προνόμιο να ξέρουμε καλύτερα από τη συγγραφέα τι και πως συζητάνε οι γυναίκες μεταξύ τους!

7 comments:

Anonymous said...

Η Νάσιουτζικ σας έφταιξε; Δεν κοιτάτε τα χάλια των άλλων;

Anonymous said...

Αγαπητό κατοικίδιο,
Βρίσκω την άποψη σας για το βιβλίο και της κα. Νάσιουτζικ άκρως ενδιαφέρουσα θα ήθελα όμως από την άλλη να σας επισημάνω τα έξης:
-Ουσιαστικά με αυτό το ποστ το μυθιστόρημα κρίνεται, και ας μην το έχετε διαβάσει- όπως λέτε- , εγώ από την κριτική σας καταλαβαίνω ότι μάλλον το έχετε διαβάσει.
-Θα μου επιτρέψετε να διαφωνήσω μαζί σας, σχετικά με το πιο γυναικείο κοινό διαβάζει αυτό το βιβλίο, και στο τι θα ήθελε και τι όχι. Είναι ατυχές και αυθαίρετο το συμπέρασμα.
-Νομίζω ότι η αξία ενός λογοτέχνη και του έργου του δεν φαίνεται ούτε από τις θετικές κριτικές που θα πάρει, ούτε από την εμπορικότητα του σε μια χρονική στιγμή αλλά από την διάρκεια του μέσα στο χρόνο.
Κλείνοντας ας μου επιτρέψετε να πω ότι θεωρώ το βιβλίο της κα. Νάσιουτζικ εξαιρετικό ως χρονογράφημα αλλά μάλλον φτωχό ως μυθιστόρημα.
Ευχαριστώ για την φιλοξενία. Έλενα

Anonymous said...

Αγαπητή μου Ελενα,

Θα μου επιτρέψετε να σας πώ ότι μπερδεύετε τα λογοτεχνικά είδη. Το χρονογράφημα είναι ένα σύντομο κείμενο που στηλιτεύει την καθημερινότητα.

Δεν μπορεί ένα βιβλίο 400 σελίδων να είναι χρονογράφημα.

Το πόνημα της κας Νάσιουτζικ είναι ένα μυθιστόρημα που αποθεώνει τον μάταιο κόσμο των σαλονιών και της έπαρσης χωρίς να θέτει ερωτήματα. Περιγράφει, δεν καταγράφει.

Οσον αφορά το γυναικείο κοινό που διαβάζει τέτοια αναγνώσματα είναι συγκεκριμένο και γνωστό στο στερέωμα της βιβλιαγοράς.

Κλείνοντας, θα ήθελα να σας πώ ότι η κριτική δεν είναι δική μου αλλά του γνωστού μπλόγκερ Ρίντερ.

Με εκτίμηση

Το Κατοικίδιο

Anonymous said...

Αγαπητό κατοικίδιο,
Πρώτα από όλα να σας ευχαριστήσω για τις διευκρινήσεις…Όσο ζω μαθαίνω.

Επειδή εγώ έχω διαβάσει και τα 2 βιβλία της κα.Νασιουτζικ, νομίζω ότι κάνετε λάθος στο βιβλίο η συγγραφέας καταγράφει δεν περιγράφει (με έναν δικό της μοναδικό τρόπο).

Όπως ίσως θα καταλάβατε ανήκω και εγώ σε αυτό το γνωστό «γυναικείο» κοινό στην βιβλιοαγορά..

Θα ήθελα λοιπόν να χρησιμοποιήσω αυτό το βήμα για να ρωτήσω , όχι μόνο εσάς, αλλά και όλο αυτό το βιβλιόφιλο κοινό της μπλογκόσφαιρας…
Γιατί εμάς που διαβάζουμε αυτά τα βιβλία ,μας αντιμετωπίζετε λες και είμαστε για την «πυρά»? ΄
Γιατί αντιμετωπίζετε τους εαυτούς σας σαν να είστε κάτι το ιδιαίτερο?
Ποιος άλλος μπορεί να κρίνει την αξία, ενός βιβλίου ή ενός έργου τέχνης παρά η αντοχή του στο χρόνο?

Ειλικρινά σας ευχαριστώ που με αφήσατε να χρησιμοποιήσω αυτό το βήμα για να εκφράσει επιτέλους κάποιος και την «άλλη» άποψη.

Με Εκτίμηση, Έλενα

Anonymous said...

Ελενα καλή μου,

Ειλικρινά δεν έπρεπε να θιγείτε απο την ταξινόμηση του γυναικείου κοινού σε άτομα που διαβάζουν αποκλειστικά γυναικεία λογοτεχνία.

Η λογοτεχνία αυτή είναι ελαφριά και για ξεκούραση, δεν προβάλλει τα μεγάλα θέματα της ανθρώπινης υπόστασης.

Δεν την θέτουμε στο πύρ το εξώτερον, απλώς την κατατάσσουμε στο είδος της.

Κι εγώ σαν έφηβη διάβαζα τέτοιου είδους βιβλία και τα απολάμβανα γιατί λειτουργούσαν χαλαρωτικά σε σχέση με τη μελέτη του σχολείου μου.

Ελπίζω να έγινα κατανοητή αυτή τη φορά

Με ειλικρινή διάθεση για διευκρινίσεις

Το Κατοικίδιο

Anonymous said...

Μόλις τελείωσα με πολύ κόπο το διάβασμα των "Μαμάδων βορείων προαστίων" και νομίζω ότι μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι είναι το χειρότερο βιβλίο που έχω διαβάσει στη ζωή μου (και διαβάζω γύρω στα 10 βιβλία το μήνα).
Είμαι 35 χρονών, έχω δύο παιδιά και παρ' όλο που άλλα βιβλία προτιμώ, δεν έχω κανένα πρόβλημα να διαβάσω όταν πέσει στα χέρια μου (γιατί χρήματα δεν θα διαθέσω να το αγοράσω)και πολλές φορές να απολαύσω ένα καθαρά ψυχαγωγικό "γυναικείο" βιβλίο, όπως η Μπριτζετ Τζόουνς ή κάποιο βιβλίο της Ρόζαμουντ Πίλτσερ.
Με τα ελληνικά αντίστοιχα βιβλία θα παραδεχθώ ότι έχω πρόβλημα. Με εξαίρεση τις "Μάγισσες της Σμύρνης", το οποίο διάβασα με ευχαρίστηση, ο "Ιούδας" μου φάνηκε αφόρητα βαρετός και με παιδαριώδες χιούμορ, ενώ το "Έρωτας ειναι θα περάσει" δυσκολευόμουν να το συνεχίσω από την ανία.
Κανένα όμως δε συγκρίνεται με τις "Μαμάδες Βορείων Προαστίων". Βρήκα το βιβλίο τρομερά ενοχλητικό, κακογραμμένο, χωρίς ίχνος δομής ή λογικής πλοκής, το κυριότερο όμως ελάττωμα του νομίζω ότι είναι ο τρομερός ναρκισσισμός του και το πόσο δήθεν είναι.
Η συγγραφέας του μοιάζει να μη συμφιλιώνεται με το γεγονός ότι επέλεξε να γράψει ένα ελαφρύ ανάγνωσμα με στόχο το γυναικείο κοινό και τη λίστα των ευπόλητων. Τα ανίκανα να ενταχθούν στο σύνολο συνεχή τσιτάτα από κλασικά έργα της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας και οι μεγαλοστομίες, οι φανφαρονισμοί και οι βαθυστόχαστες ατάκες, με ενόχλησαν τρομερά. Ειλικρινά, τελείωσα με το ζόρι το βιβλίο σε 2 ώρες (δεν μπορώ ν' αφήσω βιβλίο στη μέση) για να απαλλαγώ από αυτό. Ψεύτικο, λίγο, ντεμέκ προκλητικό, το βιβλίο για μένα ήταν άρλεκιν τρίτης διαλογής που θα ήθελε να πιστεύει ότι είναι μεταμοντέρνο αριστούργημα.
Τελειώνοντας το ήθελα να διαμαρτυρηθώ στον (καλό) εκδοτικό οικο Μελάνι που το δημοσιευσε και να οργανώσω κάποια δημόσια διαμαρτυρία. Τόσο εξαπατημένη και εξοργισμένη ένιωσα.
Αν αυτό είναι η γυναικεία λογοτεχνία, δεν θα ξαναξεκολλήσω από τον Μαν, τον Ισιγκούρο, τον Κάφκα, τον Μακ Γιουαν. Έλεος!!!

Anonymous said...

Μόλις τελείωσα το προηγούμενο comment και έψαξα κριτικές στο ίντερνετ. Ήδη η πρώτη που διάβασα, της Λώρης Κεζά στο Βήμα, λέει αυτά που θα ήθελα να πω πολύ καλύτερα από μένα, οπότε παραθέτω:
"Εν ολίγοις, είναι ένα βιβλίο που έχει κακά vibes, πέραν του ότι είναι προχειρογραμμένο, ανερμάτιστο, χωρίς καμία οικονομία, χωρίς χαρακτήρες. Για κάποιον που είναι υποχρεωμένος να το διαβάσει - ας πούμε, στο πλαίσιο βιβλιοπαρουσίασης - το πιο διασκεδαστικό στοιχείο είναι η ασταμάτητη αναφορά σε άλλους συγγραφείς, όλων των ειδών. Παρέλαση από Κάφκα, Χόθορν, Μπρετ Ιστον Ελις, Στίβεν Κινγκ, Μούζιλ, Γκόγκολ, Ντοστογέφσκι, Σόμερσετ Μομ, Τόμας Μαν, Βιρτζίνια Γουλφ και πλήθος άλλων. Δεν αμφισβητεί κανείς ότι τα διάβασε όλα αυτά, αλλά η Παυλίνα Νάσιουτζικ δεν ωφελήθηκε: πέρασε και δεν ακούμπησε." Και, πιστέψτε με, αν και η κριτική είναι για το Μύκονος μπλουζ, ταιριάζει γάντι και στις μαμάδες. Η λέξεις κλειδιά είναι "κακά vibes". Μακριά!