Σάββατο, 19 Μάϊος 2007
Ανεμοπορία ανάμεσα στην τέχνη & τη ζωή
Παρουσιάζουμε σήμερα απο το νεανικό –φοιτητικό http://foitorio.blogspot.com/2007/05/blog-post_19.html- βιβλιόφιλο μπλόγκ Φοιτώριο μια κριτική για το βιβλίο του Στρατή Πασχάλη « Ο άνθρωπος του λεωφορείου» (εκδόσεις Μεταίχμιο)
Στρατής Πασχάλης, Ο άνθρωπος του λεωφορείου।ΑΝΙΧΝΕΥΟΝΤΑΣ ΤΗ ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΣΤΟ ΣΙΝΑΦΙ ΤΩΝ ΚΑΤΑΞΙΩΜΕΝΩΝ ΣΥΝΑΔΕΛΦΩΝ ΤΟΥ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΑΘΗΝΑ, ΕΝΑΣ ΕΠΑΡΧΙΩΤΗΣ ΠΕΖΟΓΡΑΦΟΣ ΒΙΩΝΕΙ ΑΛΛΟΚΟΤΕΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΚΑΙ ΑΠΟΔΟΚΙΜΑΖΕΙ ΤΗ ΣΥΝΤΕΧΝΙΑ, ΣΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΩΣΤΟΣΟ Ο ΙΔΙΟΣ ΑΝΗΚΕΙ।Το συναπάντημα με το άγνωστο"Τι να σήμαινε όλο αυτό, τι θέση να παίρνει μέσα στην ιστορία της ζωής μου, έχει άραγε σημασία και λόγο ύπαρξης ως γεγονός, όπως και τόσες άλλες αποσπασματικές εμπειρίες αδιέξοδες, εμβόλιμες μέσα στο μονότονο ρεύμα της περιδιάβασής σε αυτό τον κόσμο, εμπειρίες που αν τις ενώσεις φτιάχνουν μια δεύτερη ζωή, ένα παράλληλο ανεπίσημο σενάριο, πλάι στο επίσημο, σενάριο;" (σ. 51)Ο καταξιωμένος ποιητής Στρατής Πασχάλης στο πρώτο του μυθιστόρημα, Ο άνθρωπος του λεωφορείου, επιθυμεί να μας παρουσιάσει το παράλληλο, κρυφό, εσωτερικό σενάριο της ζωής του κεντρικού ήρωα, ενός σαρανταπεντάχρονου λογοτέχνη από τη Μυτιλήνη (από όπου και ο ίδιος ο συγγραφέας). Ο αισθαντικός, ανασφαλής, άτολμος και μονήρης πρωταγωνιστής βυθίζεται στις σκέψεις του, αιωρείται μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας. Παρακολουθούμε την πορεία του στην Αθήνα, όπου δοκιμάζει την τύχη του στην εγχώρια καλλιτεχνική συντεχνία, αλλά και στην Ευρώπη, όπου πηγαίνει, για να ξεφύγει ή για να εκπροσωπήσει τη χώρα του σε συναντήσεις λογοτεχνών.
Το τυχαίο συναπάντημα του ήρωα με το «σκοτεινό βλέμμα» ενός επιβάτη λεωφορείου, ενός «κοινότατου άνθρωπου της καθημερινότητας», προκαλεί μέσα του μια τεράστια αλλαγή. Ο τρόπος που αντιλαμβάνεται τον κόσμο και τη θέση του σε αυτόν μεταβάλλεται. Από εκείνη τη στιγμή βιώνει αλλεπάλληλες μυστικιστικές εμπειρίες, έρχεται σε επαφή με τον Άλλο του εαυτό. Η ικανότητά του να ερμηνεύει την πραγματικότητα διά του ορθού λόγου εξασθενεί. Πέρα από την εξωτερική πραγματικότητα, υπάρχει μια άλλη εσωτερική, δυσθεώρητη, αλλά ανιχνεύσιμη από ένα ευαίσθητο ον, όπως ο καλλιτέχνης. Αναζητά πλέον την αλήθεια της ύπαρξης στο περιθώριο, στο ανεξήγητο και τυχαίο, στο ερμαφρόδιτο και αντισυμβατικό, στο μεταίχμιο του πρόδηλου και του αφανούς. Στην αρχή εξάλλου του έργου παρατίθεται ένα απόσπασμα από την Έρημη Χώρα του Έλιοτ· πορεύεται δίπλα μας ένας άγνωστος, άνδρας ή γυναίκα κανείς δεν ξέρει. Δύο μόνο βεβαιότητες υπάρχουν: η υπόσταση του άγνωστου και ότι κι αυτός ανεμοπορεί αόρατος, κουκουλωμένος σε έναν καφέ μανδύα.
Στον Άνθρωπο του λεωφορείου εντυπωσιάζει η φαντασία και η δεξιοτεχνία του συγγραφέα στην απόδοση της περιπλάνησης του ήρωα στους ημιφωτισμένους διαδρόμους της σκέψης, στις αλλόκοτες, ενορατικές εμπειρίες του και στα υποβλητικά βραδινά σκηνικά, όπου εξελίσσεται η δράση. Το τρίτο μάτι του ήρωα ανακαλύπτει παντού μια κρυμμένη αλήθεια. Συναντήσεις με το άγνωστο, οι οποίες γίνονται το αντικείμενο της λογοτεχνικής του δημιουργίας και εγκιβωτίζονται στην αφήγηση (ο Αλλοπρόσαλλος-ζητιάνος, η Κοντέσα Παράνοια, ο LIMBO, ένας «διφορούμενος μάγος», που αποκαλύπτει την ιστορία ζωής του ίδιου και του δίδυμου αδερφού του κ.ά.).
Τα διακειμενικά νήματα του έργου καταλήγουν σε ένα ευρύ φάσμα τεχνών –τη μουσική, τη λογοτεχνία, τον κινηματογράφο– και εμφορούνται από το κλίμα της εσωτερικότητας, αλλά και του εσωτερισμού, της ρομαντικής και συμβολιστικής αισθητικής. Ανάγονται επιπλέον στο ανανεωμένο ενδιαφέρον της εποχής μας (New Age) για θεωρήσεις με αποκρυφιστικό προσανατολισμό όσον αφορά τη ζωή και τον άνθρωπο. Μερικά είναι πρόδηλα, όπως οι μουσικές του Μπαχ και του Μέντελσον, «το χιονάτο ρομαντικό κλίμα» της παπαδιαμαντικής διηγηματογραφίας, οι ερεβώδεις ήρωες της Μπροντέ ή του Σαίξπηρ, ο Χαμένος Παράδεισος του Μίλτον, ο Μποντλέρ, ο Ουάιλντ, οι μυστικοί της Ορθοδοξίας. Άλλα πάλι είναι συγκαλυμμένα, όπως η ιστορία του LIMBO, που ανακαλεί τους κινηματογραφικούς δίδυμους των Διχασμένων του Κρόνεμπεργκ, η ειρωνική προσέγγιση του σιναφιού των αλγολάγνων λογίων, που θυμίζει το κύκνειο άσμα του Μπουλγκάκωφ Ο Μαιτρ και η Μαργαρίτα, για να αναφέρουμε μερικά μόνο παραδείγματα. Οι διάσπαρτες παραπομπές σε συγγενικά σύμπαντα άλλων δημιουργών συντελούν στο στήσιμο της μυστικιστικής ατμόσφαιρας του έργου. Ο συγγραφέας φαίνεται ότι τα έχει μελετήσει διεξοδικά –στο ενεργητικό του έχει μεταφράσεις τραγωδιών του Ρακίνα, ποιημάτων του Ρεμπώ, έργων του Σαίξπηρ και των Ρομαντικών του Edmond Rostand. Έχει επίσης συνθέσει μια ανθολογία με τα Σκοτεινά Παραμύθια του Παπαδιαμάντη, και ετοιμάζει μια νέα με αντικείμενο το πεζό ποίημα από τον Μπλαίηκ έως τον Ελύτη.Ένας αλαφροΐσκιωτος μοιρολάτρης του 21ου αιώναΟι φράσεις-κλειδιά του έργου ΚΑΝΕΝΑΣ ΔΕΝ ΖΕΙ Ο,ΤΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΘΕΛΕΙ. ΓΙ’ ΑΥΤΟ ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ ΚΟΛΑΣΗ ή ΟΤΑΝ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΤΟ ΘΑΥΜΑ, ΚΟΙΜΟΜΑΣΤΕ, ΚΙ ΟΤΑΝ ΞΥΠΝΗΣΟΥΜΕ, ΕΧΕΙ ΧΑΘΕΙ συμπυκνώνουν την κριτική ματιά του πρωταγωνιστή απέναντι στις συμβάσεις που παρατηρεί γύρω του και μέσα του. Η αντισυμβατική ωστόσο θεώρηση, η ανάδειξη της διαφορετικότητας (κοινωνικής, οικονομικής, ερωτικής) συνοδοιπορεί με την υποταγή στις υπαγορεύσεις του πεπρωμένου, την εγκαρτέρηση και τη γαλήνη· διακριτικά γνωρίσματα της στάσης του ήρωα. Η πολυπληθής πρωτομαγιάτικη διαδήλωση στο Λονδίνο τον πανικοβάλει, μοιάζει με «μια θάλασσα από μυρμήγκια», ένα «τέρας» που θέλει να τον καταπιεί. Ύστερα από μια συνάντηση με ομοτέχνους του, βυθίζεται ανακουφισμένος στον καναπέ του, χρησιμοποιώντας μια ενδιαφέρουσα παρομοίωση· νιώθει σαν να εναποθέτει το είναι του σε κάτι ακλόνητο, σαν να κάθεται «στα πόδια του Παντεπόπτη θεού».
Όσο εξελίσσεται η αφήγηση, κάτι χάνεται από την αρχική έλξη για το μυστηριώδες κενό ανάμεσα στο φαίνεσθαι και το είναι, στο πλήθος των αντιθέσεων που παρακολουθεί ο αναγνώστης και αποκαλύπτουν την υποκρισία που ταλανίζει τους ήρωες. Η τάση του πρωταγωνιστή να λειτουργεί με το ένστικτο, η κλίση του να «βλέπει» παντού συνομωσίες, λέσχες αποκρυφιστών, παράδοξα σχήματα, αναζητώντας διαρκώς τη Συνάντηση με τον Άλλο ή την Αποκάλυψη της αλήθειας, χάνει την δυναμική της. Το τέχνασμα της αρχικής ενορατικής εμπειρίας επαναλαμβάνεται τρις. Σαν να καταφεύγει ο συγγραφέας σε αυτό κάθε φορά που κινητοποιεί έναν νέο αφηγηματικό κύκλο.Το σινάφιΣυνολικά ο Πασχάλης ανατέμνει με ειρωνεία το καλλιτεχνικό σινάφι. Η τέχνη φαντάζει στον ήρωα μυστηριακή και θανατολάγνα. Οι καλλιτέχνες παρομοιάζονται με μέλη «υπεροπτικής αίρεσης», μοιάζουν με «Πνευματιστές-βρικόλακες», που αρέσκονται να θυσιάζουν «ταλαντούχους νέους», όπως ο ήρωας. Δύο άνδρες, ο δεσποτικός Μαρκήσιος Ιν Εξέλσις και ο ποιητής Στέφανος με «την όψη έκπτωτου αγγέλου» κινούν τα νήματα της αθηναϊκής καλλιτεχνικής ελίτ. Από δίπλα δύο γυναίκες· η υπομονετική Λιζέτ, με το μυστηριώδες παρελθόν, σύζυγος του Στέφανου, και η Κάτια, μία ευφυής, καταξιωμένη, αλλά «εξαρτώμενη» από τον Στέφανο, συγγραφέας. Άραγε υπάρχει αντιστοιχία των ηρώων με πραγματικά πρόσωπα του ελληνικού καλλιτεχνικού στερεώματος; Υποψίες δημιουργούνται. Εντούτοις μεγαλύτερο ενδιαφέρον έχει κατά πόσο ο συγγραφέας καταφέρνει εν τέλει να εμβαθύνει στα κακώς κείμενα που απεικονίζει ή υπαινίσσεται, κριτικάροντας τα ήθη του σιναφιού.
Ο Στέφανος και ο λόγιος Μαρκήσιος Ιν Εξέλσις είναι οι τύποι που φθονεί και συνάμα θαυμάζει ο ήρωας. Ο πρώτος έχει το βασικό χαρακτηριστικό του Άλλου στο εναρκτήριο απόσπασμα του Έλιοτ: «Τον γοητεύει η αντίθεση και του αρέσει η ακροβασία». Ο δεύτερος, που «θα μπορούσε να είναι γκέι», όπως σημειώνει ο αφηγητής, ανακαλεί την άφυλη φύση του Άλλου. Και ο ήρωας, που αρέσκεται να σχοινοβατεί μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας, παραδέχεται ότι κάτι έχει «κολλήσει από τις συνήθειές τους».
Όταν ο Μπουλγκάκωφ, τη δεκαετία του 1930, συνέθεσε τον Μαιτρ και τη Μαργαρίτα, αποδοκιμάζοντας τους καλλιτεχνικούς κύκλους της σταλινικής Μόσχας, ήταν πλέον στο περιθώριο. Απογοητευμένος, απείχε από θέσεις, αξιώσεις και βραβεία. Το κύκνειο άσμα του εκδόθηκε και κέρδισε το ενδιαφέρον τού κοινού στη δεκαετία πλέον του 1960. Ο Στρατής Πασχάλης στις αρχές του 21ου αιώνα εκδίδει τον Άνθρωπο του λεωφορείου αμέσως μετά την εξάχρονη σχεδόν επεξεργασία του (Φθινόπωρο 1999-Άνοιξη 2006), παρουσιάζοντας τις αποσπασματικές εσωτερικές εμπειρίες του ήρωα –πολίτη μιας «παγκόσμιας επαρχίας». Και στα δυο μυθιστορήματα κυριαρχεί η παιγνιώδης και ευρηματική διαφυγή στον κόσμο της φαντασίας και του μυστηρίου που προσωποποιείται στην ύπαρξη μιας σατανικής φυσιογνωμίας. Ο Σατανάς στο μυθιστόρημα του Μπουλγκάκωφ φθάνει στη Μόσχα, συναντά ρώσους διανοούμενους και τους ξεσκεπάζει. Ο Στέφανος στο μυθιστόρημα του Πασχάλη είναι ένας διαβολικός ιεροφάντης, ο οποίος κινεί τους λόγιους-μαριονέτες που τον περιτριγυρίζουν. Είναι και η πηγή, από όπου εκπορεύεται το βρώμικο παιχνίδι της συντεχνίας. Ο άτολμος επαρχιώτης ήρωας είναι αντίθετα αυτός που τους ξεμπροστιάζει, αν και ο ίδιος συμμετέχει ταυτόχρονα στο παιχνίδι της καλλιτεχνικής ελίτ. Ίσως αυτή η αντίφαση να παραμένει μέχρι το τέλος το θέλγητρο του βιβλίου· η ανάγκη ενός φτασμένου, να καταθέσει την αλήθεια του (όσο παράδοξη και αν είναι, όσο αλλόκοτη και αν φαντάζει), να αναδιπλωθεί, να δει από απόσταση τις δαιδαλώδεις ατραπούς στις οποίες κινείται (πρόδηλες και εσωτερικές), να αναμοχλεύσει καταστάσεις που γνώρισε στην προσπάθειά του να μπει στο σινάφι και βιώνει, όντας πλέον μέρος του. Να παραμείνει εν ολίγοις σε εγρήγορση.
Tuesday, November 27, 2007
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
6 comments:
Ρε σύ κατοικίδιο,
Ολο με ξεπερασμένα βιβλία ασχολείσαι. Μας έχεις πεθάνει στη μούχλα. Γιατί δεν γράφεις για τους αυτιστικούς του ΕΚΕΒΙ, που κάνανε πάλι παρεούλα κριτικών και πλασάρουν βιβλία της συμφοράς ως τα δημοφιλέστερα της σχολικής χρονιάς; Αλλιώς πώς να το πώ απο Οκτώβρη μέχρι Ιούνη (για να βολεύει να μπεί μέσα το Απώλητο του Μαραγκόπουλου μέχρι το Απώλητο του Μαμαλούκα). Για μαλάκες μας περνάνε οι άνρθωποι; Τους σιχαθήκαμε με το κύκλωμα. Είχαμε μια ελπίδα πως εσύ διέφερες κάπως, αλλά κι εσύ στα σκατά έχεις πέσει.
Αυτό το κατεβατό είναι γραμμένο από φοιτητές; ΤΑ ΚΑΚΟΜΟΙΡΑ!!
to mashka
Έχετε δίκιο. Αξιολύπητα τα φουκαριάρικα!
Σωστά τα λέει ο Παρίας. Μας πρηξανε με τους εγκάθετους. Ποιός τους πιστεύει για τη δημοφιλία των βιβλίων της κατασκευασμένης λίστας τους; Ο κανείς, μα ο κανείς.
Αλλά χαίρονται να βαυκαλίζονται με την αυταπάτη πως μας επιβάλλουν μέτριους συγγραφείς και βιβλία της συμφοράς. Ας είναι! Ο κόσμος έχει καλύτερο κριτήριο, δεν πέφτει πλέον στη λούμπα!
Λυπάμαι πολύ που οι συμμετέχοντες στην κουβέντα προβάινουν σε ποταπούς αφορισμούς. Το ζήτημα της επιλογής βιβλίων προς βράβευση είναι μια υπόθεση της παρέας του βιβλίου. Αυτό είναι απολύτως γνωστό και σαφές. Τώρα ο νέος κατάλογος του ΕΚΕΒΙ πώς ακριβώς βγήκε, δεν έχω καταλάβει. Βάσει του ευπώλητου των βιβλίων ή βάσει κάποιου άλλου κριτηρίου; Ας μας το διευκρινίσουν οι ειδικοί για να μη θυμώνουν οι συγγραφείς που έμειναν πάλι έξω απο το κύκλωμα. Πάντως, η κοσμιότητα στο λόγο δεν βλάπτει.
Αθήνα, 12/11/07
Κύριοι,
Πληροφορηθήκαμε την αναγγελία του Διαγωνισμού για το Βραβείο Αναγνωστών που για τρίτη χρονιά διοργανώνεται από το ΕΚΕΒΙ, φέτος σε συνεργασία με την ΕΡΤ.
Με μεγάλη λύπη, έκπληξη αλλά και αγανάκτηση διαπιστώσαμε μια αλλαγή στη διαδικασία διενέργειας του διαγωνισμού που, κατά τη γνώμη μας, έπαψε πλέον να ανταποκρίνεται στον τίτλο του: ότι από τη βραχεία λίστα έχουν εξαιρεθεί βιβλία που για μήνες συμπεριλαμβάνονταν στις λίστες των ευπωλήτων μεγάλων και έγκριτων εφημερίδων. Όπως είναι γνωστό, οι λίστες αυτές προκύπτουν κάθε εβδομάδα από τα στοιχεία που δίνουν τα βιβλιοπωλεία όλης της χώρας.
Εφόσον το βραβείο του ΕΚΕΒΙ ονομάζεται ακόμη «Βραβείο Αναγνωστών» διερωτόμαστε:
1. Με ποιο σκεπτικό δε συμπεριλαμβάνονται αυτά τα βιβλία;
2. Γιατί δεν υπάρχει μακρά λίστα των βιβλίων, όπως σε όλους τους διεθνείς διαγωνισμούς, για παράδειγμα στο Βραβείο Booker όπου οι υποψηφιότητες (entries) ήταν 110 εκ των οποίων βγήκε η μακρά λίστα (longlist) που αριθμούσε 13 τίτλους και στη συνέχεια η βραχεία (shortlist) που αριθμούσε 6 τίτλους ή το Βραβείο IMPAC όπου η μακρά λίστα αριθμούσε 137 τίτλους κλπ);
3. Για ποιο λόγο δεν προτάθηκαν οι τίτλοι και από τα βιβλιοπωλεία, όπως τα προηγούμενα έτη;
4. Ποιοι θεωρούνται καταλληλότεροι να προτείνουν τα βιβλία που θα διεκδικήσουν το Βραβείο Αναγνωστών: τα βιβλιοπωλεία που γνωρίζουν τις πωλήσεις των βιβλίων και τις προτιμήσεις των αναγνωστών, καθώς έχουν άμεση επαφή με το βιβλιόφιλο κοινό ή τέσσερις βιβλιοκριτικοί;
Αν το ΕΚΕΒΙ θεωρεί ότι ο σωστότερος τρόπος δημιουργίας της βραχείας λίστας είναι οι προτάσεις των βιβλιοκριτικών και ο αποκλεισμός των βιβλιοπωλείων από την όλη διαδικασία, μάλλον θα πρέπει να ονομάσει κάπως αλλιώς το βραβείο και όχι Αναγνωστών. Το γεγονός ότι αποκλείει βιβλία που οι λίστες των ευπωλήτων αποδεικνύουν ότι έχουν αγαπηθεί από το ευρύ αναγνωστικό κοινό ζητώντας ταυτόχρονα από το ίδιο κοινό να ψηφίσει το «αγαπημένο» του βιβλίο ανάμεσα σε 10 μόνο τίτλους, δείχνει έλλειψη σεβασμού αν όχι σκοπιμότητα.
Παρακαλούμε, λοιπόν, να μας κοινοποιήσετε τα κριτήρια σύμφωνα με τα οποία επιλέχθηκαν τα βιβλία της λίστας καθώς και για ποιο λόγο φέτος, αλλοιώνετε την ταυτότητα του Βραβείο Αναγνωστών εγκαινιάζοντας κάποιο άλλο χωρίς ξεκάθαρη ταυτότητα. Επίσης, θα θέλαμε να μάθουμε για ποιο λόγο καλείτε τους αναγνώστες να ψηφίσουν, όταν εξαρχής περιορίζετε τις επιλογές τους και τους κατευθύνετε. Η φετινή σας πολιτική θα μπορούσε να παρερμηνευθεί ως ένας νέος τρόπος έμμεσης διαφήμισης και υποστήριξης συγκεκριμένων εκδοτών, συγγραφέων και τίτλων που οι βιβλιοκριτικοί επιθυμούν να προωθήσουν. Ζητάμε την αναθεώρηση της βραχείας λίστας, καθώς και τον επαναπροσδιορισμό της διαδικασίας επιλογής των τίτλων σύμφωνα με την αρχική ταυτότητα του θεσμού αλλά και την ονομασία του βραβείου.
Με εκτίμηση,
Θάνος Ψυχογιός
Δ/νων Σύμβουλος
Εκδόσεις Ψυχογιός
Post a Comment