Κριτική της Ελένης Γκίκα απο το Εθνος της Κυριακής
Φράσεις «σουσάμι άνοιξε» ή κλειδί για ένα διπλό ταξίδι που επιχειρεί κι επιτυγχάνει εξαιρετικά η πανεπιστημιακός-συγγραφέας Αδαμαντίνη Κουμιώτου στο καινούργιο της βιβλίο: «Της αγάπης θάλασσα», όπου θάλασσα η οικεία και αγαπημένη στο γενέθλιο νησί, η ίδια η ζωή. Ολα αρχίζουν και τελειώνουν με τον ίδιο τρόπο, σαν κύκλος: Η Αμαλία και ο Λουκιανός που επιστρέφουν μετά χρόνια αθέλητης εξορίας στο νησί. Και στο τέλος, μετά την άφεση, η επιστροφή.
Είχαν φύγει στο παρελθόν σαν τους κυνηγημένους της αγάπης, από αγαπημένους, εφόσον ο αυστηρός πατέρας της Αμαλίας, Κωνσταντής, αρνείται να το δεχθεί. Εξάλλου οι καιροί, πόλεμος, κατοχή, νεκροί, ήταν ταραγμένοι και ρευστοί. Ο Γιάννης τους, μόλις ημερών νεκρός.
Ποιητικό αίνιγμαΟλα αυτά τα σκέπτεται με κλειστά μάτια η Αμαλία και ανασκευάζοντας τον χαμένο χρόνο, ανασυναρμολογεί μια ζωή: τα παιδικά της χρόνια, τ αδέλφια, τον σοφό παππού, την καλή της νεράιδα νονά, τον αυστηρό πατέρα, τη μάνα, την αξιοπρεπή φτώχεια, την ψυχική λεβεντιά, το πανηγύρι όπου γνώρισε τον Λουκιανό της, τον θάνατο του Γιάννη τους στο μέτωπο που θα τους βρει σαν καιρικό φαινόμενο, συμφορά...
Ανοιγοκλείνοντας κεφάλαια με ποιητικό αίνιγμα (εδώ φαίνεται και η τεράστια φιλολογική της υποδομή), προβάλλει τα περασμένα αλλά όχι ξεχασμένα επεισόδια της ζωής της ως παραπόταμους που την οδηγούν στην ίδια θάλασσα. Οι επιλογές, καίριες, αριστοτεχνικές: «Μέρες πάνω στις μέρες,/ κι από κάτω να στενάζει πλακωμένη/ μια ζωή» (Χρίστος Λάσκαρης). «... Και μένει μόνο/ η αναδρομική ερμηνεία: να βρούμε πότε/ γεννήθηκαν οι σχέσεις και πού και πώς/ ωρίμασαν τα αισθήματα και οι αλήθειες» (Άθως Δημουλάς) «Να περπατάμε αμίλητοι/ να μη σταθούμε πουθενά/ ώσπου να παραδώσουμε το μήνυμα» (Γιώργης Παυλόπουλος)....
Εξάλλου έτσι έζησε η Αμαλία, μια «πλακωμένη» αν και απολύτως ένδοξη και λαμπερή ζωή. Καριέρα, ταξίδια, συντροφικότητα στενάζουν κάτω από το βάρος της πατρικής και μητρικής απουσίας. Κι η αναδρομική ερμηνεία που αργεί. Τα όνειρα, όμως, πάντοτε εκεί, να παραδώσουν πριν το γεγονός γίνει βίωμα, το μήνυμα: είτε ο νεκρός Γιάννης τους είναι αυτός είτε ο πατέρας που κινδυνεύει...
Το κομβικό σημείο, η αέναη αλλά και αυτή η όντως επιστροφή. Με την καρδιά της πάλι και πάλι χρόνια και χρόνια αλλά και τώρα, για να προλάβει όσο είναι καιρός. Εξάλλου «Οσο η διαδρομή μικραίνει/ τόσο ο δρόμος του Ωμέγα μεγαλώνει» (Αγησίλαος Σ. Παπαδόπουλος).
Αλλά η άφεση έστω και με καθυστέρηση πολλών χρόνων, εν τέλει , θα ρθεί. Η Αμαλία θα αξιωθεί και πάλι το νανούρισμα του πατέρα, θα ξημερωθεί αναπλάθοντας το παρελθόν με τη νονά, θα τους φροντίσει με την αγάπη της όπως σ' αγαπημένους αρμόζει, θα αντιμετωπίσει το αμετάκλητο μέσα σε οικεία αγκαλιά. Αλλωστε ό,τι και να κάνουμε «ο ουρανός με την αλήθεια του/ κι ο άνθρωπος με την πραγματικότητά του», δεν γίνεται διαφορετικά.
Μια τοιχογραφία μιας Ελλάδας σκληρής και έντιμης, που σβήνει, τι λέμε, έσβησε, μόνο στις αναμνήσεις μας πια, ήρωες με σάρκα και οστά, ευάλωτοι και τρωτοί, μέσα στην κρούστα του ρόλου τους και τις αντιφάσεις τους, όνειρα σιβυλλικά και αλληγορικά, συναντήσεις σπαρταριστές, που να σε καθιστούν ωσεί παρόντα. Το εξαιρετικό εύρημα του βιβλίου, εκτός των στίχων που ανοίγουν ως κεντρική ιδέα ή αίνιγμα τα κεφάλαια, οι παροιμίες και τα δημοτικά τραγούδια, φράσεις σπαρμένες από σπουδαία έργα λογοτεχνικά σαν το μωσαϊκό. Η συλλογική μνήμη που συνοδεύει τη ζωή τη ζώσα που αναπνέει, πάσχει, χαίρεται, σφάλει, ερωτεύεται, συγχωρεί, μοχθεί.
Ενα βιβλίο-επιστροφή στην αφετηρία. Σε ό,τι την καθόρισε, τη σφράγισε, την πλήγωσε, τη στήριξε τόσα χρόνια σε μια χρονική περίοδο συμπυκνωμένη σα μαγική: «Πέρασαν τόσα χρόνια/ κι όμως θυμάμαι ακόμη/... έτσι ήταν οι μέρες εκείνες/ γεμάτες μικρά αλλεπάλληλα θαύματα». Κι ο αποχαιρετισμός, μοίρα κοινή: «Όπου βρεθώ,/ άλλη δεν κάνω,/ μόνο τυλίγω/ του αποχαιρετισμού/ το κουβαράκι»...
Ενας μαγικός Μάιος που ανασυναρμολογεί τα πολύτιμα κομμάτια μιας ζωής. Και η επώδυνη αναμέτρηση που είναι μονόδρομος: άλλη διαδρομή το αύριο, δεν ξέρει!
Σημαντικά σημεία του βιβλίου, ο θάνατος του αδελφού, η συνάντηση με την παιδική φίλη, η αναμέτρηση με τον πατέρα στο νοσοκομείο, όλη αυτή η αγάπη και η στοργή σχεδόν σωματική. Η πατρική ευχή που πάντα τη συνοδεύει κι ας μη το γνωρίζει, αλλιώς δεν θα είχε ζήσει μια τόσο σημαντική ζωή. Η σχέση της Αμαλίας με τον πατέρα, τόσο ίδιοι και τόσο διαφορετικοί, η αγάπη που ενώνει κι ο εγωισμός που χωρίζει, η ζωή που γνωρίζει και αποφασίζει με νομοτέλεια σοφή. Οι μνήμες που είναι ζωή χειροπιαστή.ταυτοτητα
· ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΗ Αδαμαντίνη Κουμιώτου γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Σάμο.
· Ζει στην Αθήνα.
· Διδάσκει Αρχαία Ελληνική Φιλολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
· Από την «Εμπειρία Εκδοτική» κυκλοφορεί το μυθιστόρημά της «Μετά τη σιωπή».ΕΛΕΝΗ ΓΚΙΚΑ
Wednesday, October 1, 2008
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
1 comment:
Γαμώ τα φρέσκα μυαλά που διδάσκουν τους φοιτητές μας...
Post a Comment