Tuesday, January 8, 2008

Η αισθαντική πέννα του Γιάννη Ξανθούλη

Κάνουμε ποδαρικό στο Νέον Ετος με το νέο μυθιστόρημα του Γιάννη Ξανθούλη : Του Φιδιού το Γάλα. Πολλοί λένε πως είναι ξεπερασμένη η γραφή Ξανθούλη, άλλοι ανυπομονούν μέχρι να εκδοθεί το επόμενο έργο του γιατί παθιάζονται με αυτό το συγκεκριμένο ύφος του συγγραφέα.

Προσωπικά θεωρώ πως ο Γιάννης Ξανθούλης είναι ένας συγγραφέας με δυνατή αισθαντική πέννα, που ανακτεύει μυρωδιές, μνήμες, πρόσωπα, στιγμές απο τις ζωές όλων των καθημερινών ανθρώπων της νεότερης Ελλάδας.

Το συστήνουμε ανεπιφύλακτα ως ανάγνωσμα .


Το Κατοικίδιο

ΗΜΕΡΗΣΙΑ 1/12/2007

«Σαράντα και πλέον χρόνια είναι πολλά, ακόμα και για μια καλή μνήμη। Κι όμως, μέσα του αναδεύονταν μυρωδιές, θροϊσματα φύλλων ή και ανεπαίσθητες χειρονομίες, ξεκομμένες από φυσιογνωμίες. Πράγματα που ανήκαν σ' ένα αέναο παρόν, με επιτηδευμένη πατίνα παρελθόντος» Με ηρωίδα τη μνήμη, αυτή τη φορά, ο Γιάννης Ξανθούλης επιστρέφει στα αγαπημένα του θέματα -την οικογένεια, το παρελθόν που παραμένει στο παρόν ή το στοιχειώνει- με το τελευταίο του μυθιστόρημα «Του φιδιού το γάλα» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ.


Διαγραφή



Θέμα του, λοιπόν, η μνήμη που χάνεται, που αποφασίζει να μην ξεπεράσει εμπόδια, που αμβλύνεται। Μια μνήμη που δεν καταφεύγει στη δικαιολογία της νόσου Αλτσχάιμερ, ούτε κολακεύεται με την επιλεκτικότητά της, αλλά μια μνήμη μυθιστορηματική। Μια μνήμη που αποφασίζει να ξεγράψει κομμάτια της ζωής του ήρωά του, του εκδότη Ανέστη Κομνηνού। Ο Κομνηνός είναι γύρω στα εξήντα πέντε και ξαφνικά, μετά από μια περιπετειώδη ζωή, παρουσιάζει προβλήματα μνήμης। Αποφασίζει λοιπόν να καταγράψει μια περίοδο της ζωής του, καθοριστική για την όλη εξέλιξη του, όταν ήταν 18 ετών στα 1963 και ανέπτυξε μια ιδιαίτερη σχέση με μια φθίνουσα μεγαλοαστική οικογένεια της Αθήνας।



Το βιβλίο διατηρεί τη γοητεία των προηγούμενων μυθιστορημάτων του συγγραφέα, ο οποίος παραμένει ιδιοφυής στο να αποτυπώνει το αστικό τοπίο, να βάζει στην καθημερινότητα ήρωες οριακούς, να γράφει για δραματικά γεγονότα με το δικό του ξεχωριστό χιούμορ, σαρκαστική τρυφερότητα και ιδιότυπα εστέτ। Διεισδύει στην πραγματικότητα με τρόπο διορατικό και συχνά υπερβατικό για να προστατεύσει τη μνήμη που υποφέρει από την υπερπληροφόρηση και τον καταναλωτισμό. Τον απασχολεί και τον προβληματίζει η απώλεια της μνήμης που θεωρεί ότι είναι ουσιαστικό στοιχείο για τη διατήρηση της συνείδησής μας. Κι ακόμη, ο Γιάννης Ξανθούλης, κατορθώνει μιλώντας για την απώλεια της μνήμης, να μιλάει για το θάνατο. Να ξορκίζει τον θάνατο.


Ηρωίδα


Έτσι για ακόμη μια φορά -με ηρωίδα τη μνήμη, και με στοιχειό τον θάνατο- ο Ξανθούλης ακουμπάει αυτό που τον καίει πάντα, τον χρόνο। Αυτόν που φεύγει, τον παρόντα και τον μέλλοντα. Μαζί με τον χρόνο χάνεται το αστικό τοπίο που αγαπάει, τα ωραία σπίτια της Αθήνας... οι κήποι που κλείνουν όλα τα μυστικά.... Ο ίδιος χαρακτηρίζει το βιβλίο του θρίλερ και σίγουρα είναι ένα βιβλίο που κρατάει τον αναγνώστη σε εγρήγορση και σε αγωνία, κυρίως όμως είναι ένα βιβλίο που δεν το αφήνεις από τα χέρια σου, κι όταν το τελειώσεις, θέλεις να φέρεις στη μνήμη σου «σκηνές» του: Για να ξαναβρείς τη γοητεία του και -γιατί όχι;- για να δοκιμάσεις την αντοχή της μνήμης σου.οι κριτικες επιτροπές.

3 comments:

Xrisostomos said...

Η παρουσίασή σας κάνει το βιβλίο του Ξανθούλη να μοιάζει πολύ ελκυστικό, αλλά δεν νομίζω ότι θα το αναζητήσω. Ο λόγος; Ουδέποτε έχω καταφέρει να διαβάσω ως το τέλος κάποιο από τα βιβλία του. Συνήθως έχει κάποια ενδιαφέρουσα ιδέα που αδυνατεί να 'απογειώσει' κι από ένα σημείο κι ύστερα ο αναγνώστης κουράζεται, βαριέται και μετανοιώνει για την επιλογή του.

Anonymous said...

Ομολογώ κι εγώ πως με μπουκώνουν τα βιβλία του Ξανθούλη και δεν μπορώ να τα τελειώσω ποτέ. Μου κάνουν κάτι σαν γλυκό του κουραλιού βύσσινο, πολύ μελωμένα για τη γεύση μου.
Με όλο το σεβασμό στο συγγραφέα

Γιώργος Μίχος said...

Δεν νομίζω ότι έχετε κακή πρόθεση, αλλά έχετε κάνει ένα λάθος. Ο Γιώργος Μίχος δεν είναι συγγραφέας, είναι μυθιστορηματικό πρόσωπο...:)

Παρακαλώ το όνομά μου να αποσυρθεί από τη λίστα σας...

Ευχαριστώ που με περιλάβατε, αλλά ως εκεί...:)

Για μένα δεν έχουν καμιά σημασία και μην προεξοφλείτε ότι έχουν για τους άλλους...

Είναι σαν να πάσχεις από καρκίνο... Το ότι επιβιώνει το 30% των ασθενών δεν αποτελεί καμιά εγγύηση ότι εσύ δεν θα πεθάνεις...:)